ἐπῆγε

ἐπῆγε
ἐπάγω
bring on
imperf ind act 3rd sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μαμμή — η (Μ μαμμή και μαμμού) η μαία νεοελλ. παροιμ. «επήγε για μαμμή κι έκατσε για λεχώνα» λέγεται σκωπτικά για εκείνους που καθυστερούν να επιστρέψουν από ένα μέρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μάμμη, με καταβιβασμό τού τόνου] …   Dictionary of Greek

  • παράμερα — επίρρ. τοπ. 1. κατά μέρος, πιο πέρα, στην μπάντα («κι επήγε με τον φίλον του, παράμερα καθίζει», Ερωτόκρ.) 2. σε απόμερο τόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. παραμερέα < παρ(α) * + μσν. μερέα / μερά «μέρος, μεριά»] …   Dictionary of Greek

  • ρόθιος — ον, θηλ. και ῥοθία και ποιητ. τ. ῥοθιάς, άδος, Α [ῥόθος] 1. (κυρίως για τα κύματα) αυτός που κινείται ορμητικά, με θόρυβο (α. «ἀμφὶ δὲ κῡμα βέβρυκε ῥόθιον», Ομ. Οδ. β. «ἦ ῥοθίοις εἰλατίναις δικρότοισι κώπαις ἔπλευσαν», Ευρ. γ. «εὐθὺς δὲ κώπης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”